Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας το 2020 θα υπάρχουν 16 εκατομμύρια/έτος νέες περιπτώσεις καρκίνου παγκοσμίως. Και, παρότι δεν έχουμε κατανοήσει πλήρως αυτήν την ασθένεια ώστε να ανακαλύψουμε ένα φάρμακο ή τρόπο να την θεραπεύσουμε, έχουν γίνει σημαντικά βήματα για την αντιμετώπισή της. Αναγνωρίζονται λοιπόν σήμερα αρκετές μορφές καρκίνου που είναι θεραπεύσιμες με τα υπάρχοντα μέσα και σε αρκετές άλλες περιπτώσεις οι καρκινοπαθείς με την κατάλληλη αντιμετώπιση ζουν σχεδόν τα ίδια χρόνια ζωής με τους υγιείς. Η θεραπεία έχει ως στόχο την καταπολέμηση της νόσου, αλλά εξίσου σημαντική είναι η εξασφάλιση της ποιότητας ζωής.
Στο οπλοστάσιο που διαθέτουμε σήμερα για την καταπολέμηση του καρκίνου, ξεχωριστή θέση κατέχει η Ακτινοθεραπεία. Είναι μία μέθοδος θεραπείας που χρησιμοποιείται περίπου 100 χρόνια, και τις τελευταίες δεκαετίες, με τη βελτίωση της τεχνολογίας, χρησιμοποιείται όλο και περισσότερο με πολύ καλά αποτελέσματα. Σε άλλες περιπτώσεις έχει θέση ως βασική θεραπεία του όγκου, ενώ σε άλλες δρα επικουρικά. Έτσι, συνολικά 50% των καρκινοπαθών (1 στους 2) λαμβάνουν Ακτινοθεραπεία (Α/Θ) σε κάποιο στάδιο της ασθένειας τους. Ειδικά σε κάποιες κατηγορίες όγκων (όπως σε όγκους κεφαλής – τραχήλου) αποτελεί εκλεκτή μέθοδο θεραπείας με άριστα αποτελέσματα δίνοντας συγχρόνως την επιλογή αποφυγής ακρωτηριαστικών επεμβάσεων.
Η Α/Θ συνίσταται στην εφαρμογή ιονίζουσας ακτινοβολίας εξωτερικά με ειδικό μηχάνημα (η συχνότερη μέθοδος και την οποία αφορά η συζήτηση που θα γίνει), τοπικά (βραχυθεραπεία) ή ενδοφλέβια (έγχυση ραδιενεργού ισότοπου – θεραπεία καρκίνου θυρεοειδούς). Η θεραπευτική ακτινοβολία επιδρά στα κύτταρα από τα οποία διέρχεται μεταφέροντας ενέργεια σε μόρια – χημικά συστατικά αυτών. Έτσι παράγονται μικρότερα μόρια που επιτίθενται στο γενετικό υλικό των κυττάρων και επηρεάζουν τον μηχανισμό της απόπτωσης οδηγώντας στο θάνατο τελικά αυτών των κυττάρων. Η εξωτερικώς δρώσα ακτινοβολία έχει ορισμένες ιδιαιτερότητες. Τα όρια της περιοχής που θέλουμε να ακτινοβοληθεί δεν μπορούν να καθορισθούν με απόλυτη ακρίβεια, ενώ και οι ιστοί απ’όπου περνά η ακτινοβολία για να φτάσει εκεί που «στοχεύουμε» δέχεται ένα ποσό αυτής. Από την άλλη, θέλουμε να εξαφανίσουμε κάποια «κακά» κύτταρα που κρύβονται μέσα στους φαινομενικά υγιείς γειτονικούς ιστούς. Αναπάντεχα, λοιπόν, ένα ποσό ακτινοβολίας επιδρά σε φυσιολογικούς ιστούς με τις τοξικές της επιπτώσεις.
Οι οξείες παρενέργειες της ακτινοθεραπείας εμφανίζονται νωρίς, ακόμα και κατά τη διάρκεια της θεραπείας ή λίγο μετά. Με την κατάλληλη προσοχή και υποστήριξη αυτές ξεπερνιώνται αλλά μπορεί να ταλαιπωρήσουν ή και να γίνουν αιτία τροποποίησης της θεραπείας. Υπάρχουν όμως οι περιπτώσεις που οι παρενέργειες παρουσιάζονται μετά από 6 μήνες έως και χρόνια μετά το τέλος της ακτινοθεραπείας. Αυτές, μάλιστα, είναι πολλές φορές δισεπίλυτες καταστάσεις που επηρεάζουν σημαντικά την ποιότητα ζωής. Δεν είναι μακριά από την πραγματικότητα να πει κανείς ότι ο άνθρωπος ταλαιπωρείται περισσότερο από τα αποτελέσματα της θεραπείας παρά από τον καρκίνο τον ίδιο, ο οποίος μπορεί να είναι πια ανύπαρκτος. Αυτές οι παρενέργειες της Ακτινοθεραπείας είναι που καλούνται Μετακτινικές Διαταραχές. Και με τη βοήθεια της τεχνολογίας αυτές έχουν ελαττωθεί, πάραυτα εμφανίζονται, και ανάλογα με το σημείο του σώματος που έχει ακτινοβοληθεί παίρνει και τις ανάλογες μορφές.
Γενικά, οι μετακτινικές διαταραχές (ή βλάβες) διαχωρίζονται στις εξής κατηγορίες ανάλογα με τη χρονική σχέση που έχουν με την ακτινοθεραπεία (Α/Θ):
- Οξείες: τις πρώτες 90 ημέρες (για άλλους οι πρώτοι 6 μήνες) από την Α/Θ – περιλαμβάνεται η περίοδος κατά την οποία ο ασθενής λαμβάνει Α/Θ
- Υποξείες: 6 – 12 μήνες μετά την Α/Θ
- Καθυστερημένες: Ακολουθεί την προηγούμενη περίοδο (Κάποιοι χωρίζουν τις καθυστερημένες μετακτινικές διαταραχές σε 2 φάσεις, η πρώτη μέχρι το 5ο έτος από το τέλος της Α/Θ και η δεύτερη μετά το 5ο έτος)
Οι μετακτινικές διαταραχές εξελίσσονται αργά και συνεχίζονται για μακρό χρονικό διάστημα μετά το τέλος της Α/Θ. Η ακτινοβοληθείσα περιοχή πάσχει λόγω της βλάβης του αγγειακού δικτύου της. Έτσι, τα κατά τα άλλα φυσιολογικά κύτταρα χάνουν την αναπαραγωγική τους ικανότητα ενώ στην περιοχή δυσλειτουργούν οι μηχανισμοί άμυνας και επούλωσης. Έχει διατυπωθεί χαρακτηριστικά σε επιστημονική μελέτη, πως οι ακτινοβοληθέντες ιστοί έχουν ισόβιο ρίσκο για εμφάνιση μετακτινικών διαταραχών.
Ανάλογα με το σημείο του σώματος που έχει ακτινοβοληθεί, μπορεί να προκληθεί: Μετακτινική (Αιμορραγική) Κυστίτιδα – συνήθως λόγω Α/Θ για καρκίνο προστάτη (άνδρες) ή γυναικολογικούς όγκους (γυναίκες), Μετακτινική Πρωκτίτιδα – Κολίτιδα – Εντερίτιδα – σε παρόμοιους όγκους και άλλες περιπτώσεις Α/Θ στην κοιλιακή χώρα, Οστεοραδιονέκρωση – συνήθως της γνάθου σε όγκους κεφαλής-τραχήλου, Ακτινονέκρωση (Ραδιονέκρωση) Μαλακών Μορίων – που μπορεί να εμφανισθεί με μεταβολές της ποιότητας του δέρματος έως και έλκη (πληγές) που δεν κλείνουν, ρικνώσεις μυικών ομάδων κοκ. Μπορεί να λεχθεί γενικά πως επηρεάζονται όλοι οι ιστοί που βρίσκονται στη διαδρομή της θεραπευτικής ακτινοβολίας (άλλες περιπτώσεις είναι η μετακτινική νέκρωση λάρυγγα,ακτινονέκρωση εγκεφάλου και νωτιαίου μυελού)
Το Υπερβαρικό Οξυγόνο (ΥΒΟ) από την άλλη πλευρά, αποτελεί εξαιρετικό «φάρμακο» για την αντιμετώπιση αυτών των διαταραχών. Οι επιδράσεις της Ακτινοβολίας στους φυσιολογικούς ιστούς που οδηγούν σε υποξία, χαμηλή αγγείωση και υποκυτταρικότητα καθιστώντας ελαττωματική την επουλωτική ικανότητα και την αντίσταση σε λοιμώξεις, αποτελούν τη βάση για τις ευεργετικές δράσεις του ΥΒΟ. Αυτές συνοψίζονται ως εξής:
- Αύξηση επιπέδων Οξυγόνου στους (υποξικούς) ιστούς
- Διέγερση νεοαγγειογένεσης, παραγωγής κολλαγόνου και πολλαπλασιασμού ινοβλαστών και οστεοβλαστών
- Αυξημένη αντίσταση στις λοιμώξεις και παραγωγή αυξητικών παραγόντων
Συγκριτικά με άλλες θεραπείες που χρησιμοποιούνται στις μετακτινικές διαταραχές, το ΥΒΟ τροποποιεί σε ιστολογικό επίπεδο τις βλάβες της Α/Θ. Έτσι, εκτός από την αποτελεσματικότητα που έχει, δίνει τη δυνατότητα για μακροχρόνια έως οριστική επίλυση των μετακτινικών διαταραχών. Έχει αναφερθεί σε μελέτες ποσοστό βελτίωσης έως και 95% σε περιπτώσεις μετακτινικής αιμορραγικής κυστίτιδας ανθεκτικής σε άλλες μορφές θεραπείας.
Ενδεικτικά, κλασσικές περιπτώσεις όπου η Θεραπεία με Υπερβαρικό Οξυγόνο ενδείκνυται με πολύ καλά αποτελέσματα, είναι:
- Οστεοραδιονέκρωση ως θεραπεία κύρια ή μαζί με χειρουργικές παρεμβάσεις σε εκτεταμένες βλάβες
- Για την πρόληψη της Οστεοραδιονέκρωσης Γνάθου πριν και μετά από αφαίρεση δοντιού ή τοποθέτηση εμφυτευμάτων και άλλες χειρουργικές επεμβάσεις
- Μετακτινική Αιμορραγική Κυστίτιδα, όπου οδηγεί σε διακοπή της αιμορραγίας από την κύστη σε μεγάλο ποσοστό (από 60% – 95% των περιπτώσεων) και αποκατάσταση του τρόπου και ποιότητας ζωής
- Δερματικές Μετακτινικές Βλάβες που δεν επουλώνονται, όπως σε ακτινοβολία στα κάτω άκρα ή σε ακτινοθεραπεία για όγκους μαστού, ειδικά σε περιπτώσεις που ακολουθεί πλαστική αποκατάσταση με πρόθεμα καθώς και σε περιπτώσεις που έχει ήδη τοποθετηθεί αυτό και απειλείται το τελικό αποτέλεσμα
- Λεμφοίδημα, συνήθως άνω άκρου σε γυναίκες με όγκο μαστού, από συνδυασμό χειρουργικής αφαίρεσης όγκου, λεμφαδενικό καθαρισμό και Ακτινοθεραπεία. Οδηγεί σε αυξημένη λειτουργικότητα του άκρου και προστασία – επούλωση δερματικών βλαβών, στο πλαίσιο μιας συνολικότερης αντιμετώπισης
- Μετακτινική πρωκτίτις – εντερίτις
- Μετακτινικές Διαταραχές που αφορούν το νευρικό ιστό (εγκέφαλος ή νωτιαίος μυελός ή περιφερικά νεύρα)
- Επανακτινοβόληση (της ίδιας περιοχής) λόγω υποτροπής όγκου, όπου προετοιμάζει την περιοχή προλαμβάνοντας την εμφάνιση βλαβών από την επίδραση 2ου κύκλου Ακτινοθεραπείας
- Προετοιμασία ακτινοβολημένων ιστών για χειρουργική επέμβαση στην ακτινοβοληθείσα περιοχή, εφόσον κάτι τέτοιο απαιτηθεί